- σκέπτεσθ'
- σκέπτεσθε , σκέπτομαιlookpres imperat mp 2nd plσκέπτεσθε , σκέπτομαιlookpres ind mp 2nd plσκέπτεσθαι , σκέπτομαιlookpres inf mpσκέπτεσθε , σκέπτομαιlookimperf ind mp 2nd pl (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.